Κοινή χρήση6
Προφανώς ενδόμυχα θα σκεφτόταν “βρε γιαγιά εσύ έφτασες τα 90, ανάθρεψες πέντε παιδιά και κρατείς το νοικοκυριό σου σήμερα μόνη χωρίς βοήθεια από κανένα, ενώ εγώ στα 25 μου θέλω δέκα καφέδες την ημέρα για να σταθώ στα πόδια μου. Άσε και το δέρμα σου που γυαλίζει ροδαλό και τσιτωμένο λες και έχεις κάνει botox, μήπως το θαύμα οφείλεται στη διατροφή σου;”

Δρ Κώστας Δ. Οικονομάκης, Διατελέσας Τακτικός Ερευνητής του ΕΘΙΑΓΕ
 
Οι διατροφικές συνήθειες κάθε λαού δεν είναι τίποτα άλλο παρά το καταστάλαγμα μιας περιπέτειας που ξεκινά πολλά-πολλά, εκατοντάδες χρόνια πριν, και που είχε εναγώνιο στόχο την ικανοποίηση των καθημερινών αναγκών σε τροφή. Όταν εξασφαλιζόταν η ποσότητα της τροφής τότε άρχιζε και η πολλές φορές ηδονιστική αναζήτηση της “ποιότητας”, εκφραζόμενη ως γεύση. 
 
Η “κρητική δίαιτα” ή “κρητική διατροφή” είναι οι διατροφικές συνήθειες που απέκτησε ένας λαός λιτοδίαιτος, κατατρεγμένος, επαναστάτης με 500 χρόνια σκλαβιάς στη νεότερη ιστορία του. “Νεότερη ιστορία” μιας και η ρίζα των Μινωιτών ξεκινά πριν από 4.600 χρόνια. 
 
Τι το διαφορετικό θα μπορούσε να έχει το διαιτολόγιο αυτού του λαού εκτός από το “τρώμε ό,τι πέμπει (στέλνει) ο Θεός;”. 
 
Κατά τον Πωλ Φωρ (Η καθημερινή ζωή στην Κρήτη τη Μινωική Εποχή, Εκδ. Ωκεανίς, 1976) “τα ρεβύθια, τα κουκιά, το λαθούρι, η φάβα, οι φακές, και γενικά τα όσπρια, αποτελούσαν μαζί με τα λαχανικά, σέλινα, παντζάρια, αγριαγκινάρες, πικροράδικα, αγγούρια, κολοκύθια, μάραθο, μολόχα, γογγύλια, ραπανάκια, τη βάση της διατροφής.Το λάδι, το αλάτι, η ρίγανη, οι αρωματικοί βολβοί του σκόρδου και του κρεμμυδιού περιόριζαν την πικρίλα ή την ανοστιά της χορτοφαγίας αυτής”. 
 
Ο Γάλλος περιηγητής ιατρός και βοτανικός J.P. de Tournefort, που επισκέφθηκε και την Κρήτη γύρω στα 1700 με χρηματοδότηση του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΔ’, γράφει στο Relation d’ un voyage du Levant (Έκδοση στην Ελληνική τμήματος του από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης με τίτλο “Ταξίδι στην Κρήτη και τις Νήσους του Αρχιπελάγους” Ηράκλειο 2003) για τη διατροφή των Κρητικών “Οι Έλληνες (Κρητικοί) δε νοιάζονται διόλου για το φαγητό. Τρέφονται και με ρίζες και από αυτό άλλωστε προέρχεται η παροιμία, σύμφωνα με την οποία οι Έλληνες παχαίνουν εκεί που τα γαϊδούρια ψοφούν της πείνας. Αυτό είναι απολύτως ακριβές. Οι γάιδαροι δεν τρώνε παρά μόνο τα φύλλα των φυτών, ενώ οι Έλληνες φθάνουν μέχρι και τη ρίζα”. Δεν αποκλείεται ο Tournefort να γεύτηκε και αυτός βραστές τις ρίζες του με εμφάνιση γαϊδουράγκαθου Scolymus hispanicus (ασκρόλιμπος, σκολίμπρι), προσφιλείς μέχρι και σήμερα στους Κρητικούς που εξακολουθούν να τις μαζεύουν μετά μανίας από τα χέρσα, αν και το φυτό “εισήχθη εις καλλιέργεια”. Το περίεργο είναι ότι όταν προ 15ετίας ήλθε στα Χανιά ο εξ Ανδαλουσίας καταγόμενος φίλος μου Juan, αγνοούσε πλήρως το με μεγάλους πληθυσμούς στην πατρίδα του φυτό, εξ ου και η βοτανική ονομασία hispanicus, ενώ εντυπωσιάστηκε από τη γευστι- κότητα των βραστών ριζών του. 
 
H Κρήτη με έκταση 8.300 τ.χ. διαθέτει πλουσιότατη χλωρίδα με περίπου 1.800 γνωστά είδη και υποείδη (περ. 2.400 taxa) από τα οποία περισσότερα από 190 (περ. 240 taxa) είναι ενδημικά, γεγονός που κατατάσσει τη χλωρίδα της στις πλουσιότερες της Μεσογείου. 
 
Περισσότερα από 150 είδη και υποείδη άγριων φυτών συμμετέχουν στο διαιτολόγιο των Κρητικών! Ακόμα και φυτά με τοξικές ιδιότητες (π.χ. Anagallis arvensis) χρησιμοποιούνται, σε μικρό ποσοστό, στο περίφημο “συμπεθεριό”, το μείγμα χόρτων που επινόησε η Κρητικιά για να ικανοποιήσει ποσοτικά αλλά και γευστικά τις ανάγκες της οικογένειας σε τροφή. Γιατί και στην περίπτωση της Κρήτης πίσω από κάθε “δίαιτα” αλλά ίσως και κάθε μορφή “πολιτισμού” κρύβεται μια μηχανή “παντός καιρού” που δούλευε ακατάπαυστα ανεξαρτήτως εποχής, χρόνου και ώρας, στο βουνό, στο χωράφι, στην κουζίνα, στον αργαλειό, στη ραπτική, στην οικοτεχνία, στην παιδαγωγική, στη φροντίδα για τα πάντα…η γυναίκα! Αυτή είναι η αφανής ηρωίδα που δημιούργησε και αυτό που αποκαλούμε “κρητική δίαιτα”. Η κρητική δίαιτα μέχρι και πριν λίγα χρόνια παρουσίαζε σημαντική διαφοροποίηση ανάμεσα στην Ανατολική και Δυτική Κρήτη. Η δυτική Κρήτη είχε ανεπτυγμένη, λόγω αυξημένων βροχοπτώσεων και ορεινού όγκου, κτηνοτροφία και ως εκ τούτου σημαντική συμμετοχή στο διαιτολόγιο γάλακτος, τυριού και αυγών, ενώ στην ανατολική κυριαρχούσαν τα όσπρια, κυρίως κουκιά. Το κρέας ήταν το “κεφάλαιο” της κτηνοτροφίας και σπανίως το κατανάλωναν, κυρίως στις μεγάλες γιορτές (Χριστούγεννα και Πάσχα, και αργότερα και τις Κυριακές στις αστικές κυρίως περιοχές), έτρωγαν τους “τόκους” γάλα, τυρί, αυγά. Ένα κοινό χαρακτηριστικό είχε και εξακολουθεί να έχει η κρητική δίαιτα σε όλο το νησί, “πλέει στο ελαιόλαδο”.
 
“Αι ελαίαι, τα δημητριακά, τα όσπρια, τα αγριόχορτα και τα φρούτα, εν συνδιασμώ προς τας περιορισμένας ποσότητας κρέατος και γάλακτος αιγός, με το κυνήγι και το ψάρι, διετηρήθησαν ως βασικαί τροφαί των Κρητών επί τεσσαράκοντα αιώνας...” (Ίδρυμα Ροκφέλερ “Η ΚΡΗΤΗ” 1948-1957. Ανατύπωση Εκδόσεις Τροχαλία 1997). 
 
Η ανάδειξη της βιολογικής αξίας της κρητικής διατροφής ξεκίνησε με τη λεγόμενη “Μελέτη των επτά χωρών” η οποία άρχισε το 1957 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Σκοπός της μελέτης ήταν η διερεύνηση της επίδρασης της διατροφής στην υγεία και μακροζωία 1.000 περίπου αν- δρών ηλικίας 40-50 ετών, σε επτά διαφορετικές χώρες και περιοχές (Φινλανδία, ΗΠΑ, Ολλανδία, Ιταλία, Ελλάδα (Κέρκυρα), Ελλάδα (Κρήτη), Γιουγκοσλαβία, και Ιαπωνία). Στη μελέτη αυτή παρουσιάζεται η Κρήτη να έχει το μικρότερο αριθμό θανάτων από καρκίνους και καρδιαγγειακά νοσήματα από όλες τις άλλες περιοχές και μάλιστα με πολύ μεγάλη διαφορά. Επίσης ο πληθυσμός της Κρήτης ήταν ο μακροβιότερος, αφού το 1991 στην Κρήτη ζούσε το 50% αυτού, ενώ στη Φινλανδία κανείς! 
 
Και βέβαια σήμερα η κρητική διατροφή έχει δεχτεί τις επιδράσεις της δυτικής διατροφικής ταχυφαγικής “διαστροφής” σε σημαντικό βαθμό και κυρίως στην αύξηση της κατανάλωσης κρέατος, όμως εξακολουθεί να ανθίσταται με το ελαιόλαδο και τη χορτοφαγία και μάλιστα με τη σημαντική συμμετοχή των άγριων χόρτων στο διαιτολόγιο. 
 
Αυτά τα άγρια χόρτα, συμπεριλαμβανομένων και των αρωματικών βοτάνων που προστίθενται στα φαγητά ή στα περίφημα “βραστάρια”, αποδεικνύεται σήμερα από πληθώρα επιστημονικών μελετών, ότι περιέχουν συστατικά υψηλής βιολογικής αξίας για τη διατήρηση της υγείας και μακροζωίας. Ένα ακόμα πλεονέκτημα των άγριων χόρτων σε σχέση με τα καλλιεργούμενα είναι φυσικά το γεγονός, ότι αν συλλέγονται από “καθαρό” τόπο, είναι απαλλαγμένα από χημικούς ρύπους (φυτοφάρμακα, λιπάσματα κ.λπ.). Βέβαια τα περισσότερα από αυτά τα φυτά δεν υπάρχουν μόνο στην Κρήτη και καταναλώνονται σε διάφορες περιοχές της πατρίδας μας. Συχνά το ίδιο κοινό όνομα αναφέρεται σε διαφορετικά είδη φυτών, έτσι παρακάτω επιχειρούμε μια σύντομη παρουσίαση μερικών φυτών προτάσσοντας τη βοτανική τους ονομασία, ακολουθούμενη από την κοινή. Στις ιδιότητες αναφέρονται μόνο οι επιστημονικά τεκμηριωμένες όπου υπάρχουν. 
 
 
Cichorium intybus L. (Ροδίκιο, Ραδίκι,Πικροράδικο, Πικραλίδα) 
Περιζήτητο για τη νοστιμιά του, άφθονο σε χέρσους αλλά και καλλιεργούμενους αγρούς, παρουσιάζεται με διάφορες παραλλαγές ως προς το σχήμα, χρωματισμό και παρουσία ή όχι χνουδιού στα φύλλα. Ιδιαίτερα στην Κρήτη εκτιμάται το “γουλί” η ρίζα, η οποία πιστεύεται ότι έχει “συμπυκνωμένες” θεραπευτικές ιδιότητες. Γενικά όλα τα πικρά χόρτα θεωρούνται “φάρμακα” όταν θεραπεύουν, ή “φαρμάκια” όταν δηλητηριάζουν. 
 
Χρήσεις: 
• Κουζίνα: Βραστό και ωμό σε σαλάτες, με αρνί ή κατσίκι φρικασέ. 
• Λαϊκή Θεραπευτική: Διουρητικό, παθήσεις ήπατος, χολής, σπλήνας, αντιδιαβητικό. 
• Ουσίες που έχουν απομονωθεί: ινουλίνη, κιχοριίνη, καφεΐνη, οργανικά οξέα, βιταμίνες, πολυακετυλένια κ.λπ. 
• Ιστορία: Αναφέρεται από τους Διοσκουρίδη (Κιχώριον) και Γαληνό ως αντιδιαβητικό και ηπατικό. Ο μοναχός Αγάπιος ο Κρής σε ένα σύγγραμμα του ΙΕ' αιώνα αναφέρεται στις θεραπευτικές του ιδιότητες “…καθαρίζει το συκώτι και το γιατρεύει από κάθε βλάβη..”. 
• Ιδιότητες: Αντιφλεγμονώδες, αντιηπατοτοξικό, αντιδιαβητικό.
 
 
Cichorium spinosum L. (Σταμναγκάθι) 
Το χόρτο με τους περισσότερους λάτρεις και κυρίως αυτό που φυτρώνει στα παράλια που είναι (λόγω αλατιού) και νοστιμότερο. Θα το βρούμε και στην ορεινή ζώνη ανάμεσα σε βράχους, με τη χαρακτηριστική αγκαθωτή ταξιανθία του. Τα τελευταία χρόνια καλλιεργείται σε διάφορες περιοχές της Κρήτης αλλά και της Ελλάδας, ενώ αναφέρονται και εξαγωγές φυταρίων προς καλλιέργεια στην Ιταλία.
 
Χρήσεις: 
• Κουζίνα: Βραστό και ωμό σε σαλάτες, με αρνί ή κατσίκι φρικασέ. 
• Λαϊκή Θεραπευτική: Διουρητικό, παθήσεις ήπατος, χολής, σπλήνας, αντιδιαβητικό. 
• Ουσίες που έχουν απομονωθεί: ινουλίνη, κιχοριόλες, οργανικά οξέα, βταμίνες, πολυακετυλένια κ.λπ.
 
 
Taraxacum sp. (Μαρουλίδα, Κοφτό, Αγριοραδίκι κ.λπ.)
Υπάρχουν διάφορα είδη Taraxacum (minimum, allepicum, bithynicum, hellenicum, megalorhizon, και ίσως και officinale) στην Κρήτη, τα οποία συλλέγονται με διαφορετικές ονομασίες κατά περιοχή. Η ονομασία “Μαρουλίδα” χρησιμοποιείται στις τέως επαρχίες Κυδωνίας και Κισσάμου του Νομού Χανίων, ενώ στην τέως επαρχία Αποκορώνου η ίδια ονομασία αναφέρεται στο ενδημικό λαχανευόμενο φυτό Petromarula pinnata L. H ονομασία “κοφτό” δίδεται στο φυτό στις περισσότερες περιοχές του Ν. Ηρακλείου.
 
Το φυτό εκτιμάται ιδιαίτερα στα Χανιά όπου και αφθονεί (από την παραλιακή μέχρι και την υψηλή ορεινή ζώνη). 
 
Χρήσεις: 
• Κουζίνα: Βραστό και ωμό σε σαλάτες, με αρνί ή κατσίκι κατσαρόλας. 
• Λαϊκή Θεραπευτική: Διουρητικό, χολαγωγό, παθήσεις ήπατος και σπλήνας, κατά της ακμής και δερματικών παθήσεων. 
• Ουσίες που έχουν απομονωθεί: Λεκιθίνη στα άνθη, λακτοπικρίνη, ινουλίνη, χολίνη, ασπαραγίνη, καροτενοειδή λουτεϊνη, βιολαξανθίνη, φυτοστερόλες, τριτερπένια, φαινολικά οξέα, μέταλλα, βιταμίνες Α, Β6,C,D, μεταλλικά άλατα ιδιαίτερα καλίου.
• Ιστορία: Το Taraxacum θεωρούσαν οι αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι φαρμακευτικό, ενώ έγινε γνωστό στη Μεσαιωνική Ευρώπη από τους Άραβες ιατρούς Ραζέ και Αβικέννα, που στα συγγράμματά τους αναφέρουν τις φαρμακευτικές του ιδιότητες. Αναγράφεται σε όλα τα βιβλία βοτανοθεραπευτικής του Μεσαίωνα. Η ρίζα του καβουρδισμένη χρησιμοποιείται ως υποκατάστατο του καφέ (Chicorée, Chicory).
 
 
Reichardia picroides L. (Γαλατσίδα) 
Σε άγονες και χέρσες τοποθεσίες με τρυφερούς βλαστούς που περιέχουν γαλακτώδη χυμό. Φυτό πολυετές, τα φύλλα και οι βλαστοί με γλυκιά γεύση. 
 
Χρήσεις: 
• Κουζίνα: Τρώγεται ωμό ή βραστό μόνο του ή μαζί με άλλα χόρτα 
• Λαϊκή Θεραπευτική: ελαφρό διουρητικό.
 
Scolymus hispanicus L. (Ασκρόλυμπος, Ασκόλυμπρος, Σκολύμπρι) 
Ο Ισπανός, που δε γνώριζε ο Juan, το γαϊδουράγκαθο του Tournefort!.. Πολυετές φυτό που συναντούμε σε άγονα και χέρσα εδάφη χαμηλού υψομέτρου. Τα τελευταία χρόνια καλλιεργείται λόγω της σημαντικής του ζήτησης. 
 
Χρήσεις: 
• Κουζίνα: Βραστό (ρίζες και φύλλα μετά την αφαίρεση των αγκαθιών) αλλά και φρικασέ με κατσίκι ή αρνί. 
• Λαϊκή Θεραπευτική: Διουρητικό, νεφρολιθιάσεις, ανθιδρωτικό. Το νερό από τα βρασμένα φυτά εκτιμάται ιδιαιτέρως και πίνεται ως διουρητικό. 
• Ουσίες που έχουν απομονωθεί: Οργανικά οξέα, βιταμίνες, μεταλλικά άλατα 
• Ιστορία: Αναφέρεται από τον Θεόφραστο ως “λειμώνιος σκόλυμος”. Ο Διοσκουρίδης και ο Πλίνιος αναφέρουν ότι η ρίζα του μεταξύ των άλλων είχε και αποσμητικές ιδιότητες. 
 
 
Sonchus oleraceus L., Sonchus asper (Τσόχος, Ζοχός) 
Κοινό ετήσιο φυτό με γαλακτώδη χυμό σε καλλιεργημένα και ακαλλιέργητα χωράφια που διατηρούν υγρασία. 
 
Χρήσεις: 
• Κουζίνα: Βραστό ή τσιγαριστό αλλά και ωμό σε σαλάτες. 
• Λαϊκή Θεραπευτική: Αντίδοτο δηλητηρίων, τονωτικό, γαλακταγωγό. Οι Κρητικοί όταν μαγειρεύουν χοχλιούς (σαλιγκάρια) ρίχνουν στην κατσαρόλα και λίγο τσόχο ως αντίδοτο σε περίπτωση ύπαρξης δηλητηριώδους χοχλιού. 
• Ουσίες που έχουν απομονωθεί: Ανόργανα στοιχεία και κυρίως ασβέστιο και σίδηρος, βιταμίνες (ασκορβικό οξύ, θειαμίνη, νιασίνη, ριβοφλαβίνη). 
• Ιστορία: Αναφέρεται από τον Θεόφραστο καιτο Διοσκουρίδη. Κατά τη μυθολογία ο Θησέας έφαγε τσόχους πριν αντιμετωπίσει τον Μινώταυρο. 
• Ιδιότητες: Ο χυμός του έχει χρησιμοποιηθεί σε ασθένειες του ήπατος. 
 
 
Capparis spinosa L. (Κάππαρη) 
Έρπων θάμνος με (spinosa ) ή χωρίς (inermis) αγκάθια στους βλαστούς, στην παραλιακή και ημιορεινή ζώνη σε βράχους, τοίχους ή και καλλιεργούμενα χωράφια όπου θεωρείται “ζιζάνιο”. Στον ιταλικό νότο καλλιεργείται. 
 
Χρήσεις: 
• Κουζίνα: μπουμπούκια και τρυφεροί βλαστοί τουρσί. 
• Λαϊκή Θεραπευτική: Ορεκτικό, διουρητικό. 
• Ουσίες που έχουν απομονωθεί: Φλαβονοειδή και κυρίως ρουτίνη. 
• Ιστορία: Ο Ιπποκράτης τη θεωρούσε αποχρεμπτικό, ενώ ο Διοσκουρίδης συνιστούσε να βράζεται σε ξύδι για στοματικές πλύσεις σε οδονταλγίες. Οι αρχαίοι Έλληνες τη θεωρούσαν αφροδισιακό.Ο Αγάπιος Λάνδος (17ο αι.) γράφει “... θεραπεύει τη σπλήνα, φθείρει τους σκώληκες, ιατρεύει τους ζοχάδες, αυξάνει το σπέρμα, θεραπεύει το σηκώτιον και τα πιασίματα, κινά το ούρος και τα καταμήνια, ωφελεί τα ρευματικά...”. 
 
 
Muscari comosum Mill. (Βροβιός, Ασκορδούλακας, Βολβός) 
Το όμορφο κρινάκι με το γευστικό βολβό σε καλλιεργημένες ή ακαλλιέργητες εκτάσεις σε υψόμετρο μέχρι και 900 μ., και που τελευταία μας έρχεται …από το Μαρόκο! 
 
Χρήσεις: 
• Κουζίνα: Οι βολβοί τουρσί. 
• Λαϊκή Θεραπευτική: Ορεκτικό, τονωτικό, αφροδισιακό. 
• Ουσίες που έχουν απομονωθεί: Κομισικό οξύ (δράση σαπωνίνης).
• Ιστορία: Ο Ιπποκράτης το συνιστούσε ως γαλακταγωγό και ως βοηθητικό της σύλληψης. Ο Διοσκουρίδης θεωρούσε το βολβό ευστόμαχο και κατά των αιμορροΐδων, πανάδων δέρματος και πιτυρίδας. Οι αρχαίοι Έλληνες και οι Βυζαντινοί το θεωρούσαν αφροδισιακό, ενώ ο βουκολικός ποιητής Θεόκριτος το εκθειάζειως τροφή των χωρικών.. Ο Αθήναιος τους διαχωρίζει ως προς την ποιότητα “..άριστοι είναι οι λεγόμενοι Βασιλικοί που έχουν κόκκινο χρώμα, δεύτεροι είναι οι Λυβικοί με λευκό χρώμα και χειρότεροι από όλους είναι οι Αιγυπτιακοί..”. (Για τους Μαροκινούς δε λέει τίποτα..) 
• Ιδιότητες: Διουρητικό. 
 
 
Portulaca oleracea (Mill.) (Γλυστρίδα, Αντράκλα) 
Στα ποτιστικά κηποχώραφα του καλοκαιριού. 
 
Χρήσεις: 
• Κουζίνα: Ωμά φύλλα και βλαστοί σαλάτα αλλά και ως υποκατάστατο του αγγουριού στο τζατζίκι… 
• Λαϊκή Θεραπευτική: Ορεκτικό, τονωτικό, αντιπυρετικό. 
• Ουσίες που έχουν απομονωθεί: ω3 λιπαρό οξύ, φλαβονοειδή, καρδιακοί γλυκοζίτες, κουμαρίνες, οξαλικό οξύ, αμινοξέα, τανίνες. 
• Ιστορία: Ο Ιπποκράτης τη συνιστούσε σε μητρορραγίες. Ο Διοσκουρίδης τη θεωρούσε επουλωτική πληγών και για τις παθήσεις του στομάχου και τις αιμορροΐδες. 
• Ιδιότητες: Αντιχοληστερινικό, αντιπαρασιτικό, αναλγητικό, αντιφλογιστικό. 
 
 
Crithmum maritimum (Κρίταμος) 
Σε βράχους και πετρώδεις τοποθεσίες της παραθαλάσσιας ζώνης. 
 
Χρήσεις: 
• Κουζίνα: Ωμό σε σαλάτες, στην άλμη ή τουρσί. 
• Λαϊκή Θεραπευτική: Διουρητικό, αποτοξινωτικό. 
• Ουσίες που έχουν απομονωθεί: Αιθέριο έλαιο (ευγενόλη, καρβακρόλη, πινένιο,μινθόλη, θυμόλη), μεταλλικά άλατα, ιώδιο, βιταμίνες, ω3 και ω6 λιπαρά οξέα. 
• Ιστορία: Το κρήθμον του Θεοφράστου, αναφέρεται από τον Ιπποκράτη ως εμμηναγωγό, ενώ ο Διοσκουρίδης και ο Πλίνιος το θεωρούσαν τονωτικό και καθαρκτικό του αίματος. 
• Ιδιότητες: Πηγή ιωδίου, βιταμίνης C και ω3 λιπαρών οξέων.
 
 
Plantago lanceolata L. (Πεντάνευρο) 
Σε ακαλλιέργητα χωράφια με σχετική υγρασία της πεδινής και ημιορεινής ζώνης. 
 
Χρήσεις: 
• Κουζίνα: Τσιγαριστό με άλλα χόρτα, και για τα περίφημα “καλιτσούνια”. 
• Λαϊκή Θεραπευτική: Αντιβηχικό, για παθήσεις του αναπνευστικού αλλά και ως αντιαρθριτικό και αντιρευματικό. 
• Ιστορία: Κατά τον Διοσκουρίδη θεραπεύει τις δερματικές παθήσεις. Ο Γαληνός χρησιμοποιούσε τα πεντάνευρα ως αιμοστατικά και κατά της δυσεντερίας. Ο Πλίνιος το συνιστούσε κατά της φυματίωσης.
• Ουσίες που έχουν απομονωθεί: Βλεννώδεις ουσίες, και το χρωμογόνο ετεροσίδιο αουκουμποσίδη. 
• Ιδιότητες: Αντιδιαρροϊκό, αποχρεμπτικό, μαλακτικό και επουλωτικό. 
 
 
Petromarula pinnata L. (Μαρουλίδα, Πετροφυλλιά). 
Ενδημικό της Κρήτης, διετές, χασμόφυτο σε σχισμές βράχων και παλαιούς τοίχους (Ενετικά τείχη Χανίων). 
 
Χρήσεις: 
• Κουζίνα: Τσιγαριστό μόνο ή με άλλα χόρτα. 
 
 
Papaver rhoeas L. (Κουτσουνάδα, Παπαρούνα) 
Η γνωστή μας παπαρούνα, άλλοτε (προ της ανακαλύψεως των ζιζανιοκτόνων), υπεύθυνη για το κόκκινο χαλί των αγρών μας. 
 
Χρήσεις: 
• Κουζίνα: Τσιγαριστό με άλλα χόρτα αλλά και βραστό. 
• Λαϊκή Θεραπευτική: Αντιβηχικό, αντινευραλγικό και ηρεμιστικό. 
• Ιστορία: Κατά τη Μυθολογία μας όταν ο Κρόνος θυσιάστηκε με ένα χρυσό δρεπάνι, σταγόνες από το αίμα του έπεσαν στη γη και μεταμορφώθηκαν σε κόκκινες παπαρούνες. Ο Θεόφραστος αναφέρει ότι “φύεται “εν κριθαίς’”. Το όνομα ροιάς, αναφέρει ο Διοσκουρίδης, ότι το απέκτησε το φυτό “δια το ταχέως το άνθος αποβαλείν”. Το “κοκκινόλαδο” (εκχύλισμα ανθέων σε ελαιόλαδο) χρησιμοποιούσαν οι Κρητικοί σε εντριβές για νευραλγίες, επίσης έβραζαν άνθη μαζί με φλούδι από ρόδι και ζάχαρη και το έδιναν στα βρέφη κατά του κοκίτη. 
• Ουσίες που έχουν απομονωθεί: Ο οπός (γαλακτώδης χυμός) του φυτού περιέχει τα αλκαλοειδή ροιαδίνη, ροιαγενίνη, ροιαερυθρίνη Ι και ροιαερυθρίνη ΙΙ. Το άνθος είναι πλούσιο σε βλενώδεις ουσίες και περιέχει ανθοκυάνες. 
• Ιδιότητες: Καταπραϋντικό, μαλακτικό.
 
Τα παραπάνω είναι ένα ελάχιστο δείγμα των άγριων χόρτων της κρητικής διατροφής και θα χρειαζόταν σημαντικός χώρος για να αναφερθούμε έστω και συνοπτικά στα υπόλοιπα. Έτσι ας αναφέρουμε έστω μόνο τα ονόματα μερικών ακόμα που χρησιμοποιούνται κατά κόρον.
  • Chrysanthemum coronarium L. (Μαντηλίδα) 
  • Chondrila juncea (Γλυκοσυρίδα) 
  • Cynara cornigera (Αγριαγκινάρα)
  •  Chenopodium album (Κλουβίδα) 
  • Βοrago officinalis (Μποράντζα) 
  • Anchusa azurea (Αγόγλωσσος) 
  • Αmaranthus sp. (Βλίτα)
  • Leontodon tuberosus (Βυζίδα, Προβάτσα) 
  • Crepis commutata (Συρίδα) 
  • Crepis vesicaria ( Λεκανίδα, Κοκκινογούλα) 
  • Hypocheris radicata (Παχιές) 
  • Helminthotheca echioides (Χοιρομουρίδες, Μαλιότζες) 
  • Hirschfeldia incana (Μαύρη βρούβα) 
  • Sinapis sp (Βρούβα, Καψαθός, Λαψάνα) 
  • Τamus communis (Αβρωνιά) 
  • Allium ampeloprasum (Αγριόπρασο) 
  • Asparagus aphyllus (Σπαράγγι) 
  • Malva sylvestris (Μολόχα) 
  • Solanum nigrum (Στύφνος) 
  • Scandix sp (Αχάτζικας) 
  • Tordylium apulum (Καυκαλήθρα) 
  • Oenanthe pimpineloides (Κουρνοπόδι) 
  • Foeniculum vulgare (Μάραθο) 
  • Daucus carota (Σταφυλίνακας, Άγριο καρότο) 
  • Urtica sp (Αγκινίδα, Τσουκνίδα) 
  • Prassium majus (Λαγουδόχορτο) 
  • Crocus cartwrightianus (Ζαφορά, Κρόκος για άρωμα και χρώμα στην τσικουδιά και…το πιλάφι) 
Όπως φαίνεται ο Θεός “πέμπει πολλά” λαχανικά και άλλα τόσα αρωματικά βότανα στην ευλογημένη γη της Κρήτης, που στα χέρια της Κρητικιάς, που τα συλλέγει και τα μαγειρεύει, αποκτούν την υπέρτατη διατροφική και γευστική τους διάσταση.
 
Δρ Κώστας Δ. Οικονομάκης, Διατελέσας Τακτικός Ερευνητής του ΕΘΙΑΓΕ